Είστε εδώ

Νομική προσέγγιση της βίας κατά των γυναικών

γράφουν η Φραγκέτη Κατερίνα και η Κροκίδα Μαρία extremeads6

Η βία κατά των γυναικών αποτελεί τροχοπέδη  για την επίτευξη των στόχων της ισότητας, της ανάπτυξης και της ειρήνης. Παραβιάζει, αποδυναμώνει ή εκμηδενίζει την απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών. Η μακροχρόνια αποτυχία για την προστασία και προώθηση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών στην περίπτωση της βίας κατά των γυναικών είναι ένα θέμα ανησυχίας για όλα τα κράτη γεγονός που επιτάσσει την λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση της. Σε όλες τις κοινωνίες, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, οι γυναίκες και τα κορίτσια υπόκεινται σε σωματική, σεξουαλική και ψυχολογική κακοποίηση ανεξαρτήτως εισοδήματος, τάξης  και κουλτούρας.

Ο ΒΙΑΣΜΟΣ

Ο όρος «βία κατά των γυναικών» περιλαμβάνει κάθε πράξη βίας που στηρίζεται στο φύλο και έχει ως αποτέλεσμα ή είναι δυνατό να έχει ως αποτέλεσμα, την σωματική, σεξουαλική ή ψυχολογική βλάβη ή πόνο για τις γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων των απειλών τέτοιων πράξεων, τον εξαναγκασμό ή την αυθαίρετη στέρηση της ελευθερίας είτε αυτό προκύπτει στην δημόσια είτε στην ιδιωτική ζωή( παρ. 113 «4η Παγκόσμια Διάσκεψη Γυναικών της Πλατφόρμας Δράσης του Πεκίνο»), στον ελληνικό ποινικό κώδικα το έγκλημα του βιασμού κωδικοποιείται στο άρθρο 336 «όποιος με σωματική βία ή με απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου εξαναγκάζει άλλον σε συνουσία ή σε άλλη ασελγή πράξη ή σε ανοχή της τιμωρείται με κάθειρξη».  Συγκεκριμένα, έρευνες έχουν δείξει ότι γύρω από το έγκλημα του βιασμού και όσον αφορά το θύμα και τον δράστη  υφίσταται ένα πλατιά διαδεδομένο στερεότυπο, βαθιά ριζωμένο στην συνείδηση των κοινωνικών ομάδων καθώς επίσης και στους διάφορους φορείς απονομής ποινικής δικαιοσύνης. Εξαιτίας αυτού του στερεοτύπου, τα θύματα του βιασμού στιγματίζονται περισσότερο από τον δράστη. Πέρα από την αναμενόμενη  θυματοποίηση στην οποία υποβάλλουν τον εαυτό τους, οδηγούνται σε μία επιπρόσθετη θυματοποίηση εξαιτίας της ταλαιπωρίας που βιώνουν μέσα στο ποινικό σύστημα. Τα στερεότυπα αυτά, συντελούν στην αναπαραγωγή μιας παραμορφωμένης εικόνας του εγκλήματος ,τροφοδοτούν επιλεκτικά το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, αποθαρρύνουν την καταγγελία του και  ενοχοποιούν τον θύμα. Συνεπώς  οι δράστες μένουν στην συντριπτική πλειοψηφίας τους ατιμώρητοι. Μεγάλο ποσοστό των θυμάτων του βιασμού αυτό-ενοχοποιούνται, και τελικά επιλέγουν να μην καταγγείλουν το συμβάν στις αστυνομικές αρχές εγκλήματος κυρίως λόγω του ψυχικού τραυματισμού που έχουν υποστεί , με αποτέλεσμα να καθίσταται πολύ δύσκολη η εξακρίβωση της τέλεσης του εγκλήματος,, σε συνδυασμό με την έλλειψη εμπιστοσύνης που έχουν απέναντι τους αναφορικά με τον τρόπο που θα χειριστούν την υπόθεση. Η τελική απόφαση τους για καταγγελία ,δεν είναι στιγμιαία διαδικασία, αντιθέτως περνά από πολλά στάδια. Αρχικά το θύμα πρέπει να ορίσει το έγκλημα ως βιασμό. Τα συναισθήματα που βιώνει το θύμα μετά τον βιασμό το καθιστούν ιδιαιτέρως ευάλωτο στην κοινωνική επιρροή, συνεπώς αν αυτή είναι αντίθετη με τον χαρακτηρισμό του ως έγκλημα, τότε δεν υπάρχει περίπτωση τελικά το θύμα να το καταγγείλει. Στην συνέχεια πρέπει να προσδιορίσει την σοβαρότητα του εγκλήματος. Η κοινωνική επιρροή παίζει και εδώ σημαντικό ρόλο καθώς όσο πιο σοβαρό το θεωρεί, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες καταγγελίας.  Τέλος, η κοινωνική επιρροή είναι παρούσα και στην τελική επιλογή του θύματος, αφού αν εκείνη δεν είναι σύμφωνη, το θύμα θα επιλέξει κάποια από τις εναλλακτικές λύσεις για να διευθετήσει την κρίση που έχει υποστεί. Στο παρελθόν το αρ.336 ΠΚ άφηνε απέξω τον βιαστή σύζυγο, δεδομένου ότι προέβλεπε την «εξώγαμη» συνουσία κι όχι απλά την «συνουσία». Ως εκ τούτου, η γυναίκα έπρεπε να υποστεί την όποια βίαιη συμπεριφορά του συζύγου της, ως μέρος των καθηκόντων της, καθώς το ηθικό καθήκον ανοχής της πράξης αυτής υπερτερούσε έναντι της γενετήσιας ελευθερίας. Ο Ν.3500/2006 για την ενδο-οικογενειακή βία συμπεριλαμβάνει  πλέον και τον βιασμό μεταξύ των συζύγων και περιπτώσεις νομολογίας όπως του βουλεύματος του ΣυμβΠλημ Ροδόπης 53/2001 αναφέρουν  ότι ο κατηγορούμενος υποβιβάζει  τη σύζυγο του από σύντροφο ζωής σε χρηστικό αντικείμενο σεξουαλικής ικανοποίησης, χωρίς την θέληση της και η συρροή των πράξεων της απλής σωματικής βλάβης και του βιασμού είναι αληθινή αφού προσβάλλονται διαφορετικά έννομα αγαθά, συγκεκριμένα η σωματική ακεραιότητα και η γενετήσια ελευθερία.

Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία την περίοδο 1998-2004  καταδικάστηκαν 520 άτομα για το έγκλημα του βιασμού, χαμηλό ποσοστό αν λάβουμε υπόψιν ότι τα περισσότερα θύματα δεν το  καταγγέλουν  επειδή φοβούνται τον περίγυρο τους καθώς και τον διασυρμό. Οι καταδίκες δεν ταυτίζονται με την χρονική τέλεση του εγκλήματος, και ως εκ τούτου  δεν αποδίδεται η αληθινή εικόνα της συγκεκριμένης μορφής εγκληματικότητας.

Human trafficking”

Η καταπολέμηση του «trafficking» είναι ο πιο γνωστός και αγαπητός κοινωνικός σκοπός του 21ου αιώνα. Αλλά τι στην πραγματικότητα είναι το «trafficking» ? Πίσω  από την επιφάνεια του αγώνα κατά του της εμπορίας ανθρώπων υπάρχουν παραπλανητικά στατιστικά και δεκάδες διάλογοι όσον αφορά νόμους και πρωτόκολλα.

Διακηρύσσοντας την αποτελεσματική δράση για την αποτροπή και την καταπολέμηση της ,κυρίως στις γυναίκες και στα παιδιά, απαιτείται μια διεθνής προσέγγιση  στις χώρες προέλευσης, μεταφοράς και προορισμού που θα περιλαμβάνει μέτρα αποτροπής τέτοιου είδους εμπορίας, τιμωρίας των εμπόρων και προστασίας των θυμάτων, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των διεθνώς αναγνωρισμένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Λαμβάνοντας υπόψιν το γεγονός ότι δεν υπάρχει κάποιο παγκόσμιο όργανο που να απευθύνεται σε όλες τις πλευρές της εμπορίας ανθρώπων και να περιέχει κανόνες και πρακτικά μέτρα για την καταπολέμηση της εκμετάλλευσης των ανθρώπων, οι χώρες πείστηκαν ότι πρέπει να στηρίξουν την συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών εναντίον του διακρατικού οργανωμένου εγκλήματος .

Τα θύματα διακινούνται με σκοπό την σεξουαλική και την εργασιακή τους εκμετάλλευση και με την άφιξη τους στην χώρα προορισμού , τους κατάσχονται τα διαβατήρια και αυτομάτως τίθενται σε καθεστώς δουλείας και μέσω της εργασίας που τους επιβάλλουν, προσπαθούν να αποπληρώσουν το χρέος απέναντι στους εμπόρους.

Η απειλή, η χρήση παράνομης βίας και η παράνομη κράτηση αποτελούν σοβαρές παραβιάσεις σειράς δικαιωμάτων του ελληνικού Συντάγματος όπως το δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας (αρ.5), της ατομικής ασφάλειας (αρ.6), της ελεύθερης κυκλοφορίας (αρ.5 παρ.4), της ελεύθερης ανάπτυξης του επαγγέλματος (αρ.22), της απαγόρευσης της δουλείας και των βασανιστηρίων (αρ. 4 ΕΣΔΑ).

Ορισμένοι από τους παράγοντες που πυροδοτούν την ανάπτυξη του φαινομένου είναι η κοινωνική ανισότητα και οι έμφυλες διακρίσεις κατά των γυναικών στον κοινωνικό και εργασιακό τομέα, εσωτερικές αναταραχές και ένοπλες συγκρούσεις που καθιστούν τις γυναίκες ιδιαίτερα ευάλωτες στην θυματοποίηση, οικονομικοί παράγοντες όπως για παράδειγμα σε πολλές βαλκανικές χώρες όπου είναι σαφές ότι προτού να βελτιωθεί το επίπεδο ζωής, είναι αδύνατο να γίνουν θεμελιώδεις θετικές αλλαγές και τέλος η επιδίωξη γρήγορου και εύκολου κέρδους από την πλευρά του δράστη, δεδομένου ότι τα εισοδήματα που προέρχονται από τέτοιου είδους εμπόριο είναι σταθερά και δεν εγκυμονούν μεγάλο ρίσκο.

Η ήδη υπάρχουσα νομοθεσία δεν ενδείκνυται για την καταπολέμηση της εμπορίας λευκής σαρκός, τουναντίον η έλλειψη ενός ολοκληρωμένου νομοθετικού πλαισίου την καθιστά χαλαρή, συγκεκριμένα οι ποινές είναι αισθητά χαμηλότερες από τις ποινές που επιβάλλονται σε υποθέσεις ναρκωτικών, ενώ υφίσταται μία γενική γραφειοκρατική απροθυμία των μηχανισμών καταστολής και των κυβερνήσεων να πατάξουν το φαινόμενο.

Η στρατηγική για την αντιμετώπιση του «trafficking» επικεντρώνεται γύρω από την πρόληψη, με την δημιουργία αντεγκληματικής πολιτικής σε κοινωνικό επίπεδο, εφόσον είναι ένα θέμα που αφορά όλους τους πολίτες και όχι μόνο το κράτος και συνεπώς απαιτεί συλλογική αντιμετώπιση και γύρω από την προστασία των θυμάτων με την παροχή αδειών προσωρινής παραμονής (σύμφωνα με την Οδηγία 2004 της Ε.Ε), με την ασφαλή επιστροφή στην πατρίδα και με την συνεργασία μεταξύ των φορέων που προσφέρουν αρωγή και προστασία.

Ένα από τα νομοθετικά κείμενα που έχουν υπογραφεί είναι η σύμβαση του Παλέρμο. Με απόφαση της Γ.Σ του ΟΗΕ συστήθηκε επιτροπή για την κατάρτιση διεθνούς Σύμβασης κατά του Υπερεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος(Ad hoc Committee on the elaboration of an International Convention against Transnational Organised Crime) η οποία έχει τεθεί σε ισχύ μαζί με συμπληρωματικά Πρωτόκολλα. Πιο  συγκεκριμένα το Πρωτόκολλο του Παλέρμο πραγματεύεται μέτρα για την καταπολέμηση και πρόληψη της εμπορίας ανθρώπων, ειδικά των γυναικών και των παιδιών και από τις διατάξεις του πηγάζουν τόσο αυστηρές όσο  και χαλαρές υποχρεώσεις προς τα κράτη. Έχουμε δηλαδή ένα hard law συμβατικό κείμενο που περιέχει αρκετές soft law διατάξεις. Προβλέπει αυστηρές υποχρεώσεις στις διατάξεις των άρθρων 5 για την ποινικοποίηση της εμπορίας, αρ.9 για την υλοποίηση των προγραμμάτων πρόληψης καθώς και αρ.9 παρ.4 και 5 για την λήψη μέτρων εξάλειψης. Στο πλαίσιο της Ευρωπαικής Ένωσης το φαινόμενο της εμπορίας ρυθμίζεται κυρίως από την Απόφαση-Πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ η οποία περιέχει κυρίως διατάξεις ποινικού δικαίου και αποσκοπεί στην εναρμόνιση των επί μέρους νομοθεσιών των κρατών μελών ως προς την δίωξη του αδικήματος.

Είναι σαφές ότι το πρώτο βήμα προς την ανθρωπιστική κανονιστική αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων είναι η υιοθέτηση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης που μαζί με την ολοκλήρωση του προοδευτικού κειμένου της Απόφασης-Πλαισίου θα εναρμονίσουν τις νομοθεσίες των κρατών μελών για την παροχή ευρύτερης προστασίας των θυμάτων.

ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΒΙΑ

Η πιο ύπουλη αλλά και πιο δύσκολα ανιχνεύσιμη μορφή βίας είναι αυτή που υφίσταται η γυναίκα  από τον σύζυγο ή σύντροφο της.  Σύμφωνα με σχετική έρευνα  διαπιστώθηκε ότι το 98% των θυμάτων μέσα στην οικογένεια είναι γυναίκες, ενώ μία στις πέντε γυναίκες στην Ευρώπη έχει κακοποιηθεί μία φορά από τον σύντροφο ή τον σύζυγο της. Συνήθως πρόκειται για γυναίκες που είχαν βιώσει την βία σε μία προηγούμενη σχέση τους ή στο οικογενειακό τους περιβάλλον. Τα ποσοστά που ακολουθούν είναι σοκαριστικά. Στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής μία γυναίκα ξυλοκοπείται κάθε15 δευτερόλεπτα (4.000.000 γυναίκες ανά χρόνο) και 700.000 πέφτουν κάθε χρόνο θύματα βιασμού ενώ στο 50% των γυναικών που πέφτουν θύματα δολοφονίας ο δράστης είναι ο σύζυγος ή ο σύντροφος. Η «Παγκόσμια έκθεση ανάπτυξης» της Παγκόσμιας Τράπεζας αναφέρει ότι οι γυναίκες ηλικίας 15 έως 44 είναι πιο πιθανό να πεθάνουν από την άσκηση βίας μέσα στην οικογένεια παρά από τον καρκίνο του μαστού ή του τραχήλου. Κατόπιν όλων αυτών των στατιστικών διαφαίνεται πως η ενδοοικογενειακή βία κατά των γυναικών είναι ένα φαινόμενο – μάστιγα της εποχής μας.

Στο σημείο αυτό αξίζει να καταρριφτεί ο μύθος  σύμφωνα με τον οποίο η  βία στην οικογένεια είναι φαινόμενο των αναπτυσσόμενων χωρών όπως  είναι το Πακιστάν , η Ινδία , η Αφρική. Σύμφωνα με έκθεση του Κέντρου Ερευνών Innocenti της UNICEF στην Φλωρεντία αναφέρει ότι το ποσοστό των γυναικών που έχουν πέσει θύμα κακοποίησης από το συγγενικό τους περιβάλλον κυμαίνεται από 25% έως 29% στις αναπτυγμένες χώρες όπως στην Μεγάλη Βρετανία και στις Ηνωμένες Πολιτείες   Αμερικής ενώ κυμαίνεται από35% έως 45% στις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας και της Αφρικής . Στην Αυστρία τα μισά διαζύγια είναι αποτέλεσμα της σωματικής κακοποίησης που δέχεται η γυναίκα ενώ στην Ελλάδα το 90%-95%των γυναικών στις φυλακές έχουν δολοφονήσει τον σύζυγο τους λόγω συνεχούς κακομεταχείρισης Στην Φιλανδία το 22%των γυναικών κακοποιούνται σωματικά από τους συντρόφους τους. Συμπερασματικά αυτά τα συγκλονιστικά στοιχεία αποδεικνύουν το παγκόσμιο χαρακτήρα της ενδοοικογενειακής βίας.

Η ενδοοικογενειακή βία δεν κάνει διακρίσεις , θύματα της , όπως προκύπτει από το Διεθνές Συνέδριο της Λισαβόνας το 2000, είναι τόσο γυναίκες με χαμηλό οικονομικό και μορφωτικό υπόβαθρο όσο και  μορφωμένες  και  επαγγελματικά επιτυχημένες γυναίκες.

Οι τρόποι εκδήλωσης της ενδοοικογενειακής βίας ποικίλλουν σε ψυχολογική, στην οποία εντάσσεται και η λεκτική, σε οικονομική όπου ο σύζυγος επιδιώκει την οικονομική εξάρτηση της γυναίκας του από τον ίδιο, σε σωματική , από ένα ελαφρύ χαστούκι ενώ μπορεί να φτάσει μέχρι και τον θάνατο και τέλος είναι και ο εξαναγκασμός σε τέλεση σεξουαλικής πράξης.

Η ελληνική έννομη τάξη προστατεύει το θύμα της ενδοοικογενειακής βίας με  διάφορες νομοθετικές διατάξεις τόσο στο ποινικό και αστικό  δίκαιο , όσο και σε στις διατάξεις του Συντάγματος και αλλά και των διεθνών συμβάσεων που έχει επικυρώσει η χώρα μας. Συγκεκριμένα  το 19ο κεφάλαιο του ποινικού κώδικα αναφέρεται στα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, ενώ υπάρχουν και αρκετές σχετικές διατάξεις στα εγκλήματα κατά της ζωής της προσωπικής ελευθερίας κ.α. ( π.χ: αρ. 336, 337). Αναφορικά με τια αστικές αξιώσεις του το θύμα μπορεί να τις αναζητήσει στο αρ. 932 για τις αδικοπραξίες, ενώ το θύμα μπορεί να ζητήσει διαζύγιο και διατροφή λόγω ισχυρού κλονισμού και παράλληλα μπορεί να ασκήσει ασφαλιστικά μέτρα με την αιτιολογία του « κατ’επείγοντος», όπως έκρινε το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης το 2011 με την με αριθμ. 27354 απόφαση του. Σε επίπεδο συνταγματικής προστασίας τα αρ. 2,21 παρ. 1,7 παρ.2, επισημαίνουν την αξία της οικογένειας ,της ανθρωπινής αξιοπρέπειας και γενικά απαγορεύουν κάθε πρόκληση σωματικής η ψυχολογικής βίας. Τέλος η Ελλάδα έχει προβεί στην κύρωση κάποιων διεθνών συμβάσεων όπως: H Σύμβαση  για την εξάλειψη των Διακρίσεων κατά των Γυναικών το 1983, το προαιρετικό πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, κ.α.

Το νομικό πλαίσιο για την καταπολέμηση των περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας είναι ο νόμος 3500/06. Ανάμεσα στις άλλες διατάξεις του έχουν γίνει και οι παρακάτω μεταρρυθμίσεις όπως:  η ποινικοποίηση του βιασμού στο γάμο, η παροχή  προστασίας και στην μόνιμη σύντροφο του δράστη της ενδοοικογενειακής βίας, η καθιέρωση της ενδοοικογενειακής βίας ως τεκμήριο ισχυρού κλονισμού του γάμου, και ο θεσμός της ποινικής διαμεσολάβησης , όπως προκύπτει  από την με αριθμ 2/2007 Απόφαση του Αρείου Πάγου. Σύμφωνα με τον θεσμό αυτό στα πλημμελήματα ενδοοικογενειακής βίας ο Εισαγγελέα μπορεί να απέχει από την κίνηση της ποινικής διαδικασίας ύστερα από η υποβολή ανεπιφύλακτης δήλωσης εκ μέρους του προσώπου στο οποίο αποδίδεται η τέλεση του εγκλήματος, ότι είναι πρόθυμο να υποσχεθεί σωρευτικά ότι δεν θα τελέσει στο μέλλον οποιαδήποτε παρόμοια πράξη και ότι σε περίπτωση ήδη υφιστάμενης συνοίκησης δέχεται να μείνει εκτός οικογενειακής κατοικίας για εύλογο χρονικό διάστημα. Παράλληλα θα πρέπει και ο παθών  να δέχεται την εφαρμογή της ποινικής διαμεσολάβησης.

Πέρα όμως από τα παραπάνω βήματα που έχει κάνει η ελληνική έννομη τάξη, υπάρχουν αρκετά νομοθετικά κενά που πρέπει να καλυφθούν. Προσωπικά πιστεύω ότι θα πρέπει οι Έλληνες νομοθέτες να δημιουργήσουν διατάξεις, ποινικού και  αστικού δικαίου, ειδικά αναφερόμενες στην ενδοοικογενειακή βία  έτσι ώστε  η διαδικασία απονομής δικαιοσύνης να είναι αμεσότερη αλλά και ταχύτερη, για να αυξηθεί και ο αριθμός  καταγγελιών των περιστατικών.

Η ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ

ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.

Η σεξουαλική παρενόχληση έχει κάνει την εμφάνιση της σε παγκόσμιο επίπεδο. Σεξουαλική παρενόχληση είναι κάθε προσβλητική συμπεριφορά που θίγει την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και την ισότητα των δύο φύλων. Μπορεί να κλιμακωθεί από ανεπιθύμητα βλέμματα , σχόλια , ακόμα και αστεία με σεξουαλικό περιεχόμενο και να φτάσει μέχρι και σε επίμονα πιεστικές προτάσεις για σεξουαλική επαφή με ακραία εκδήλωση τον βιασμό. Ως σεξουαλική παρενόχληση στην Ελλάδα νοείται εκείνη που πραγματοποιείται στο χώρο της εργασίας. Θύματα είναι κυρίως νέες γυναίκες που απασχολούνται σύντομο χρονικό διάστημα στην επιχείρηση. Σχετική έρευνα του Κέντρου Ερευνών για Θέματα Ισότητας το 2003 σε 1.200 εργαζόμενες γυναίκες απέδειξε ότι το 10% έχει υποστεί τέτοιου είδους παρενόχληση ενώ το 15% γνωρίζει αντίστοιχο περιστατικό.

ΝΟΜΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ.

Μια πρώτη προσπάθεια για την νομική επίλυση του ζητήματος έγινε με τον νόμο 3304/05 , για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης και σε θέματα εργασίας .Ο νόμος όμως που αποτέλεσε τομή για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι ο 3488/06 όπου για πρώτη φορά διατυπώνεται ότι η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί διάκριση λόγω φύλου. Ο νόμος 3488/06 ορίζει ως σεξουαλική παρενόχληση κάθε εκδήλωση οποιασδήποτε μορφής ανεπιθύμητης λεκτικής ,μη  λεκτικής ή σωματικής συμπεριφοράς σεξουαλικού χαρακτήρα , με σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας ενός ατόμου, ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού , εχθρικού , εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος.

Με το νόμο αυτό έγιναν αρκετές καινοτομίες μεταξύ των οποίων είναι η διεύρυνσή της αρχής της ίσης μεταχείρισης και σε σχέσεις εργασίας Δημοσίου τομέα, η καθιέρωση της ισότητας στην αμοιβή και η διευκρίνιση της έννοιας της αμοιβής . Η  απαγόρευση της καταγγελίας οποιασδήποτε μορφής εργασίας λόγω φύλου ή εκδικητικής συμπεριφοράς του εργοδότη, τονίζει την υποχρέωση των συνδικαλιστικών οργανώσεων για την ενημέρωση των μελών τους και την εφαρμογή του νόμου. Ακόμα κατοχυρώνει τις μορφές προστασίας του ζημιωθέντος από την μη εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης, με την δικαστική προστασία ,διοικητική προσφυγή και προσφυγή στο Συνήγορο του Πολίτη. Μια επιπρόσθετη ευνοική ρύθμιση είναι η μερική αντιστροφή του βάρους απόδειξης. Έτσι σε ζητήματα διακρίσεων λόγω φύλου το βάρος απόδειξης το φέρει ο καθού κατά του οποίου στρέφεται το θύμα, κυρίως εξαιτίας της αδυναμίας συλλογής αποδεικτικού υλικού από το θύμα.

Τέλος,  προβλέπει τους τρόπους προστασίας του θύματος . Όσον αφορά τις αστικές αξιώσεις του, μπορεί να ασκήσει αυτοτελή αγωγή σύμφωνα με το αρ.914 ΑΚ ( αδικοπραξίες) αξιώνοντας κάθε είδους αποζημίωση, ενώ σύμφωνα με το αρ. 16 του παρόντος νόμου έχει τη δυνατότητα να ζητήσει αναγνώριση ακυρότητας καταγγελίας της σύμβασης εργασίας εκ μέρους του εργοδότη , καθώς και αποζημίωση για θετική ή αποθετική ζημία. Ακόμα το θύμα μπορεί να απευθυνθεί στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας με σκοπό να επιδικαστεί πρόστιμο στο εργοδότη και μπορεί το Υπουργείο Εργασίας να αποφασίσει την προσωρινή ή οριστική διακοπή της επιχείρησης.

Αναφορικά με την προστασία του από τον Ποινικό Κώδικα το αρ. 16 του ν.3488/06 αναφέρει ότι αν κάποιος διαπράξει το έγκλημα το αρ.337 Π.Κ για την προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας στο εργασιακό περιβάλλον εκμεταλλευόμενος την θέση του θύματος , διώκεται ύστερα από την υποβολή έγκλησης και προβλέπεται  φυλάκιση του από 6 μήνες έως 3 χρόνια και χρηματική ποινή έως 1.000 ευρώ.

ΟΠΩΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΕ ΚΑΙ Ο ΦΙΟΝΤΟΡ ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ« ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΕΙΝΑΙ ΙΚΑΝΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΜΗΔΕΝ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΤΟ ΠΑΝ» , ΑΣ ΚΡΑΤΗΣΟΥΜΕ ΑΥΤΟ ΩΣ “ ΕΠΙΜΥΘΙΟ” ΚΑΙ ΑΣ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΟΥΜΕ ΩΣ ΝΕΟΙ ΔΙΚΗΓΟΡΟΙ ΑΛΛΑ ΠΡΟΠΑΝΤΩΣ ΩΣ ΠΟΛΙΤΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΑΛΛΕΙ Η ΒΙΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ.

judex.gr